Το Κολωνάκι και ο φραππές

του Χρήστου Ζαμπούνη

Συνόδευσα τις προάλλες, τον βαφτισιμιό μου, έναν Γάλλο αριστοκράτη, από τους ελάχιστους που οι πρόγονοί του
γλύτωσαν την γκιλοτίνα το 1789, για καφέ στο Κολωνάκι. Διαλέξαμε ένα high, για να χρησιμοποιήσω μία ξενική λέξη του συρμού, στέκι, ονόματα δεν λέμε, υπολήψεις δεν θίγουμε. Όταν καθήσαμε διημήφθη ο εξής διάλογος με τον σερβιτόρο.

– Έναν φραππέ, παρακαλώ.
– Νο φραππέ χιρ.
Ως λάτρης και τακτικός επισκέπτης της Ελλάδος, ο βαφτισιμιός μου είχε παραγγείλει ομιλών την ελληνικήν, ενώ ο σερβιτόρος αντιλαμβανόμενος ότι ήταν ξένος, προέκρινε την «αγγλοτσιπρικήν». Όμως, το θέμα του σημερινού
σημειώματος δεν είναι το γλωσσικόν.

– Πώς γίνεται ο πιο δημοφιλής ελληνικός καφές να μην σερβίρεται εδώ; με ερώτησε, με εύλογη απορία, ο Λουΐ, αυτό είναι το όνομά του, συμβιβαζόμενος, τελικώς, με έναν espresso.
– Πρόκειται για μία μορφή σνομπισμού, απήντησα επιχειρώντας να δώσω την δική μου εξήγηση.
– Σνομπισμού ποιου, σε ποιον; απόρησε εκ νέου.
– Σνομπισμού της high class, που υποτίθεται ότι ταυτίζεται με το συγκεκριμένο κατάστημα, έναντι της
basse classe, που πίνει φραππέ.
– Είναι basse classe ο φραππές;

– Έτσι έχει καταχωρηθεί στο εθνικό υποσυνείδητο.
– Και ποιος καφές θεωρείται αριστοκρατικός;
– Ο capuccino, ο macchiato, ο lungo, ο stretto κ.οκ.
– Οπότε, εγώ που θέλω να πιώ έναν φραππέ, πού πρέπει να πάω;
– Στον Κορυδαλλό, στην Δραπετσώνα, στην Κοκκινιά…
– Τι είναι αυτά;
– Λαϊκές γειτονιές.
– Κατάλαβα. Έχουμε και εμείς έναν αντίστοιχο σνομπισμό στην Γαλλία. Τον σνομπισμό του θυρωρού. Μόλις δει κάποιον που κρίνει ότι είναι κατώτερος κοινωνικά από τους ενοίκους της πολυκατοικίας του, τους σνομπάρει σαν να ήταν ο ίδιος ένοικος.

– Ε, το ίδιο συμβαίνει και εδώ, με τους ιδιοκτήτες των καφέ, εκ των οποίων δεν θα έλεγα ότι οι περισσότεροι κατάγονται από τον πρίγκηπα Αλέξανδρο Υψηλάντη, για να μην πω τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο…

Topical Press Agency / Stringer /Getty Images / Ideal Image

Opinions