Ένα ήσυχο παιχνίδι τένις

του sir Taki Theodoracopulos

To Wimbledon είναι επιτέλους εδώ, μετά την απουσία του την περσινή χρονιά. Αυτό που με εντυπωσίασε καθώς παρακολουθούσα το Roland Garros πριν από μερικές εβδομάδες ήταν το πόσες βλακείες θα έπρεπε να ακούω αν κρατούσα τη φωνή της τηλεόρασης ανοιχτή. Υπάρχουν πλέον πολλές μεταδόσεις αγώνων, κάτι που σημαίνει ότι όλο και περισσότεροι σχολιαστές μιλούν για το παιχνίδι στη μέση των rallies. Δεν ξέρω τι κάνει τους θεατές να αποδέχονται τις ασταμάτητες σαχλαμάρες που διακόπτουν τη θέαση, χωρίς να μην εκρήγνυνται με τα τηλεοπτικά δίκτυα. Έχουμε γίνει ένα έθνος προβάτων, αποδεχόμενοι οτιδήποτε μας πασάρουν οι αποκαλούμενοι “ειδικοί”.

Οι τηλεοπτικές αθλητικές εκδηλώσεις δεν χρειάζονται σχολιαστές, εκτός από πριν και μετά την ολοκλήρωση. Στη γενιά μου, το Wimbledon είχε τον εξαιρετικό Dan Maskell, του οποίου το επιφώνημα ήταν τόσο όσο χρειαζόταν μετά από ένα εξαιρετικό σερβίς. Μετά τον Maskell, ήρθε ο σπουδαίος και ειδικός Νοτιοαφρικανός Frew McMillan, ο οποίος κρατούσε το μικρόφωνο όπως κρατούσε τη ρακέτα του όσο νικούσε το διπλό του Wimbledon αμέτρητες φορές. Ο Frew ήταν φίλος μου τότε όταν έπαιζα κι εγώ, και είναι ο μόνος σήμερα που αφήνει τον θεατή να δει τη δράση, χωρίς να του λέει ασταμάτητα το τι βλέπει.

Αυτό που με τρελαίνει είναι το γιατί οι θεατές το δέχονται. Τα αθλήματα, είναι ένα θέαμα που δεν χρειάζονται την πληροφόρηση, όσο η δράση εκτυλίσσεται σε ένα γεμάτο κοινό. Όπως είπε κάποτε ο σπουδαίος Groucho Marx στους θεατές στο Horse Feathers: “Πρέπει να μείνω εδώ αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος για εσάς για να μην πάτε στο lobby μέχρι να τελειώσει όλο αυτό”. Ένα τέτοιο προοίμιο θα πρέπει να επιβληθεί σε όλους αυτούς τους υψηλά αμειβόμενους φαφλατάδες πριν την έναρξη κάθε μετάδοσης. Αλλά απλώς σιγοψιθυρίζω τη Dixie (ύμνος των Νοτίων στον αμερικανικό εμφύλιο), όπως συνήθιζαν να λένε κάποτε για τις χαμένες από χέρι περιπτώσεις.

Δεν υπάρχουν πλέον τηλεοπτικά αθλητικά γεγονότα που να επιτρέπουν στους θεατές να σκεφτούν. Πρόκειται για την επιτομή της υπερβολής από τους ομιλητές, συγγνώμη, τους σχολιαστές, για να τους προσδώσουμε και λίγη περισσότερη βαρύτητα. Εξηγούν το προφανές, αυτό που μόλις είδαμε και λίγο παραπάνω. Ο πρωταρχικός στόχος της τηλεόρασης είναι να μας παρουσιάσει και στη συνέχεια να μας αφηγηθεί αυτό που είδαμε μέχρι θανάτου και μετά να το εξηγήσει και λίγο παραπάνω. Κανείς από αυτούς δεν έχει ακούσει τη λέξη “οξύμωρο”, τον ορισμό του πλεονασμού της έκφρασης. Δεν πειράζει, ίσως είμαι μόνο εγώ που μου αρέσει να παρακολουθώ τένις χωρίς να έχω κάποιον να μου εξηγεί το τι βλέπω.

Τα νεύρα μου έγιναν τσατάλια καθώς παρακολουθούσα το Roland Garros, όπου τα rallies μπορεί να είναι πολύ μεγάλα και οι φαφλατάδες πολύ ομιλητικοί. Οι τελευταίοι κυρίως κολακευτικοί όσον αφορά τους παίκτες, όπως είναι φυσικό άλλωστε. Αλλά δείχνουν να αλλάζουν στάση όταν η Serena ή ο Djokovic είναι στο γήπεδο. Όταν έχασε έναν σημαντικό πόντο σε έναν αγώνα στο Παρίσι, ο Σέρβος χτύπησε την μπάλα 23 φορές προτού σερβίρει. Συνήθως τη χτυπά 13 φορές. Εάν αυτό δεν είναι δείγμα μεγάλου παίκτη, το όνομά μου είναι Coco Chanel. Επίσης, ίσως πρόκειται μόνο για ΄μενα, αλλά οι φωνές των Αμερικανίδων γυναικών που κάνουν τις μεταδόσεις, με την ψιλή και θορυβώδη φωνή τους, μου σπάνε τα νεύρα. Όχι η φωνή της Chrissy Evert ωστόσο. Η Chrissy συμπεριφερόταν πάντα πολύ όμορφα μέσα στο γήπεδο και έμοιαζε κούκλα και πολύ θηλυκή καθώς κέρδιζε. Αυτή και ο McEnroe θα πρέπει να ‘ναι οι μόνοι Αμερικανοί που έχουν προσληφθεί από τα ευρωπαϊκά τηλεοπτικά δίκτυα, παρόλο που ο Mac- αν και πολύ καλός όταν άρχιζε να μεταδίδει, τα έλεγε τα πράγματα όπως ακριβώς ήταν- τώρα έχει μετακινηθεί στην πλευρά των άλλων μοιάζοντας περισσότερο με cheerleader παρά με σχολιαστή.

Μία από αυτές τις γυναίκες Αμερικανίδες που σχολίαζαν στο Roland Garros, παρατήρησε το πόσο ενδυναμωτικό είναι να βλέπεις μια γυναίκα να παίρνει τον έλεγχο του σώματός της. Τι ήταν πάλι αυτό; Εάν πρόκειται να έχουμε αυτό το είδος της “τρέλας” κατά την περιγραφή ενός αγώνα τένις, νομίζω ότι θα αρχίσω να βλέπω πάλη, το επαγγελματικό είδος που περιλαμβάνει κακούς με μάσκες και γυναίκες στο κοινό να ουρλιάζουν. Εάν ακολουθήσουμε τον αμερικανικό τρόπο, πολύ σύντομα θα χρησιμοποιούμε τη λέξη “γ…. ” για να εκφράσουμε την ειλικρίνεια και τον ενθουσιασμό μας, χωρίς να αναφέρω την ιδεολογία. Αλλά ας επιστρέψουμε στο τένις.

Ο λόγος για τον οποίο το τένις κάποτε θεωρούταν μόνο άθλημα της ελίτ ( παιζόταν μόνο από μέλη Λεσχών κυρίων) είναι εύκολο να το εξηγήσεις. Οι ξύλινες ρακέτες και οι χορδές των εντέρων των ζώων το έκαναν ένα από τα πιο δύσκολα παιχνίδια, εάν όχι το δυσκολότερο. Εάν κάποιος δεν κατάφερνε να κάνει επαφή με την μπάλα στο γλυκό σημείο της ρακέτας – μια διάμετρος περίπου 8 ιντσών- η μπάλα ή πήγαινε στον ουρανό ή πουθενά. Εάν κάποιος δεν ήταν στην πορεία της μπάλας και την έβρισκε στην άνοδο τότε η επιστροφή αποτύγχανε. Εάν ο παίκτης δεν έβρισκε την μπάλα στο πλάι, το ίδιο.

Όλα τα παραπάνω σήμερα δεν ισχύουν. Οι χορδές της ρακέτας επιταχύνουν την μπάλα: ο γραφίτης, το τιτάνιο και οποιοδήποτε άλλο υλικό με το οποίο φτιάχνονται οι ρακέτες σήμερα, έχουν μετατρέψει όλους σε πρωταθλητές. Ανοιχτά forehands, swing βολέ και οι drop-shot προσπάθειες από την baseline πλέον είναι υποχρεωτικές. Θυμάμαι ένα άρθρο σχετικά με το πιο γρήγορο σερβίς σε αγώνα, του Pancho Gonzales, με ταχύτητα κοντά στα 97 μίλια. Σήμερα, το δεύτερο σερβίς ενός 15χρονού φτάνει αυτήν την ταχύτητα. Καταλαβαίνετε τι εννοώ όταν λέω ότι το τένις είναι ένα εντελώς διαφορετικό σπορ απ’ αυτό με το οποίο μεγάλωσα παίζοντας επαγγελματικά; Η επαφή και η πονηριά ήταν ισάξια, οπότε μην συγκρίνετε τους σπουδαίους παίκτες του σήμερα με αυτούς του παρελθόντος. Οι Rod Laver, Lew Hoad και Roy Emerson ήταν το ίδιο καλοί -αν όχι και καλύτεροι- με τους σπουδαίους παίκτες του σήμερα, χωρίς να έχουν και από πίσω την ομάδα που έχουν οι σημερινοί: καθόλου δερματολόγοι, κοσμετολόγοι, μασέρ, προπονητές, διαιτολόγοι, επικοινωνιολόγοι και cheerleader. Απολαύστε το Wimbledon με ή και χωρίς ήχο και κρατήστε αυτό από ΄μενα: Είναι ένα εντελώς διαφορετικό παιχνίδι.

Opinions