Αντίο αγελάδες

του sir Taki Theodoracopulos

GSTAAD- Δεν είναι ακριβώς μια περίπτωση του «stop all the clocks, cut off the telephones», αλλά επιτέλους πήρα μια απόφαση: Δεν θα ξοδεύω χρόνο με το να κοιτάζω τις αγελάδες πλέον. Σκοπεύω να αφήσω την παλιά καλή Ελβετία και να βρω κάτι όμορφο σε μια πράσινη και ευχάριστη γη, όπου θα ηχούν ύμνοι από Βρετανικές εκκλησίες. Εύκολο να το λες, δύσκολο να το κάνεις. Ο λόγος που θέλω να φύγω είναι το ότι τα έζησα όλα. Για πρώτη φορά στη ζωή μου έχω βαρεθεί το περιβάλλον μου και τους νέους ανθρώπους που καταφθάνουν και κολλάνε σαν μύγες -γνωρίζετε πάνω σε τι. Η υπερβολική αύξηση των φόρων στους αλλοδαπούς από την Ελβετική κυβέρνηση σίγουρα δεν βοήθησε.

Εξήντα δύο χρόνια στην Ελβετία είναι μεγάλο διάστημα, αλλά πλέον το Gstaad δεν είναι το γοητευτικό και μικρό αλπικό χωριό που ήταν κάποτε. Εξακολουθεί να έχει μια γοητεία αλλά δεν είναι τόσο μικρό πλέον, με την κάθε ίντσα γρασιδιού που δεν ανήκει σε κάποιο χωράφι, να έχει καλυφθεί πλέον από ξύλινες κατασκευές. Είναι καιρός να φύγω πλέον. Έχω τρεις επιλογές: Αθήνα, Νέα Υόρκη ή κάπου στην ύπαιθρο της Αγγλίας.

Θα ξεκινήσω με τη Νέα Υόρκη, όπου έχω ένα στολίδι για σπίτι στην Park Avenue και έναν από τους καλύτερους μου φίλους εκεί, τον Michael Mailer. Η μεγαλούπολη αυτή τη στιγμή έχει «παραλύσει» από τις διαδηλώσεις μανιακών που σκοπεύουν μόνο στο να εκφοβίζουν και να λεηλατούν. Οι συνηθισμένοι εγκληματίες έχουν αγριέψει, με το ποσοστό των δολοφονιών να έχει ξεφύγει από κάθε όριο και το σχέδιο των Δημοκρατικών είναι να μειώσουν κατά 50% το προσωπικό της αστυνομίας. Η κατάσταση της πόλης είναι σε χειρότερη κατάσταση απ’ ότι ήταν πριν από 45 χρόνια αλλά τότε έζησα μερικές από τις καλύτερες μου στιγμές. Το να περπατάς στο Central Park ήταν μια πρόκληση, με τους λαθρέμπορους να περιμένουν ακριβώς έξω από το Plaza Hotel τα πλούσια κορόιδα. Οι κλέφτες βρίσκονταν παντού και όσους ήξερα τους είχαν ληστέψει αλλά ήταν κάτι σαν ένα παιχνίδι. Αν δεν το βάζατε κάτω, θα σας έβγαζαν όπλο αλλά σπάνια θα πυροβολούσαν.

Τώρα τα πράγματα άλλαξαν. Δεν υπάρχει κανείς για να πάει και να παρακολουθήσει τους κλέφτες όσο μας περιμένουν να βγούμε μεθυσμένοι. Οι διεφθαρμένοι New York Times δεν κάνουν καν λόγο για τα εγκλήματα που διαπράττονται στην πόλη, ούτε καν για το γεγονός ότι σπάνια μαζεύονται τα σκουπίδια και όλη η πόλη είναι γεμάτη αρουραίους. ( Επικεφαλίδα της εφημερίδας από την 24η Σεπτεμβρίου: «Λίγοι αστυνομικοί που προκαλούν τον θάνατο κατηγορούνται και καταδικάζονται».) Θεωρώ τον μέσο Νεοϋορκέζο τόσο απίστευτα άσχετο και απληροφόρητο με τα πραγματικά γεγονότα, που προτιμώ να συνομιλώ με ζώα ή ακόμη και δέντρα. Το πρόβλημα είναι ότι το Central Park είναι γεμάτο με μαύρους κακοποιούς και λευκούς Antifa που είναι και οι δύο οπλισμένοι. Η αστυνομία κάνει πως κοιτάζει από την άλλη πλευρά. Όσοι γνωρίζω έχουν φύγει από την πόλη για μέρη πιο υγιεινά, πράγμα που σημαίνει ότι θα πρέπει να φάω μέσα στο σπίτι αντί σε εστιατόρια, γεγονός που με καταθλίβει. Παρ ‘όλα αυτά, θα πάω την επόμενη εβδομάδα για να πείσω τον εαυτό μου ότι δεν μπορώ πλέον να ζήσω εκεί. (Ο Michael έχει υποσχεθεί όλων των ειδών τα καλούδια, αλλά λέει ψέματα.)

Η Αμερική είχε να κάνει πάντα με τα χρήματα και την εξουσία αλλά πολλοί απ’ αυτούς που πέτυχαν και τα δύο, έγιναν φιλάνθρωποι. Σήμερα, οι κακοποιοί κερδίζουν την εξουσία με τη βία και ένας αποδεδειγμένος μαστροπός στο Seattle μόλις προσλήφθηκε με μισθό 150.000 δολάρια για να διατηρήσει την ειρήνη. Οι Βρετανοί δεν έφτασαν ακόμη σε αυτό το σημείο αλλά είναι καθοδόν: το ζήτημα με τη δουλεία δεν έχει τελειωμό και δεν έχει να κάνει σε καμιά περίπτωση με τη δουλεία αλλά με τον έλεγχο της σκέψης. Σκοπεύω να μετακομίσω στην αγγλική ύπαιθρο καθώς έχω ένα μικρό διαμέρισμα στο Λονδίνο αλλά έχω και την κακή συνήθεια να αποκαλώ τα κορίτσια «honey». Πρόσφατα, διάβασα μια βλακεία ότι το να αποκαλείς μια κοπέλα «honey» είναι υποτιμητικό και ταπεινωτικό. Το να αποκαλείς τη Βασίλισσα «honey» είναι σίγουρα ακραίο αλλά κάθε κοπέλα θα πρέπει να αποκαλείται έτσι, ειδικά αν είναι όμορφη. ( Σίγουρα αυτός που έκανε τη μήνυση δεν είναι η Ελένη της Τροίας.)

Τουλάχιστον η Αγγλία έχει βιβλιοπωλεία. Όλα έκλεισαν στη Νέα Υόρκη και στη θέση τους άνοιξαν καταστήματα με πολυτελή είδη. Και μιλώντας για βιβλία, το «Marked Cards» του Emmanuel Olympitis είναι ένα ευχάριστο και πολύ καλό βιβλίο που δημοσιεύθηκε μία περίοδο όπου οι άνθρωποι έσμιγαν και περνούσαν όμορφα. Διαβάστε το και κλάψτε.

Η Αθήνα είναι η επόμενη. Σχεδόν αποφάσισα να γίνω πάλι Αθηναίος, παρά το γεγονός ότι οι περισσότεροι παιδικοί μου φίλοι έχουν πλέον «φύγει». Η πόλη είναι ζωντανή και η νέα γενιά ζει μέσα στην ένταση της πόλης. Αλλά κάτι αστείο συνέβη πέρυσι όσο έτρωγα μαζί με δύο μικρότερους και κοντινούς μου φίλους στο πιο κομψό εστιατόριο της πόλης. Υπήρχαν 6 νέες κοπέλες στο διπλανό τραπέζι, οι τρεις από τις οποίες πολύ ελκυστικές. Ο Γιώργος Μελάς, ο Γιώργος Βαρδινογιάννης και εγώ μιλούσαμε αγγλικά και εγώ προσπαθούσα να φλερτάρω τα κορίτσια δίπλα μας, με τη γλώσσα του σώματος. (Υψώνοντας το ποτήρι και πίνοντας στην ομορφιά τους και όλα τα σχετικά).Τότε, στα ελληνικά άκουσα κάποια να ρωτάει τη φίλη της, «Τι προσπαθεί να σου πει το γεροντάκι;» Το «Γεροντάκι» είναι μια ευγενική λέξη, καθόλου κακόβουλη, αλλά σημαίνει πολύ, πολύ γέρος. Γέλασα πολύ και τα κορίτσια ζήτησαν συγνώμη όταν συνειδητοποίησαν ότι μιλούσα ελληνικά, γεγονός που το έκανε ακόμη χειρότερο. Πιστεύω ό,τι η καλύτερη επιλογή είναι να μετακομίσω στην πράσινη και ευχάριστη γη που τώρα αποκαλείται από κάποιους ηλίθιους ως ρατσιστική.

Opinions