«Αφύπνιση» σε μια πόλη που ποτέ δεν κοιμάται

του sir Taki Theodoracopulos

Νέα Υόρκη – H Ν. Υ. χειροτερεύει ολοένα και περισσότερο, που ακόμη και οι κακοί απαιτούν από την αστυνομία να κάνει κάτι. Όσο ο αριθμός των πτωμάτων αυξάνεται, είναι ολοφάνερο ότι τα θύματα της βίας είναι στην πλειονότητα φτωχοί και προέρχονται από μειονότητες. Την προηγούμενη εβδομάδα μια γυναίκα σκοτώθηκε από πυροβολισμό από διερχόμενο όχημα όσο συμμετείχε σε μια ολονυχτία για ένα φίλο της που πυροβολήθηκε επειδή βρέθηκε τυχαία στον δρόμο ενός εκτελεστή. Ένας άνδρας που σκοτώθηκε σε μια αποβάθρα του μετρό στο Manhattan, πρόσφατα είχε απoφυλακιστεί για μια επίθεση σε μια Εβραία γυναίκα και τη μητέρα της. Πιστολάδες αλληλοπυροβολούνται απροκάλυπτα στο φως της ημέρας στη Νέα Υόρκη, και υπήρξε μια ανταλλαγή πυροβολισμών στη μέση της Times Square που άφησε πίσω 3 αθώους νεκρούς, συμπεριλαμβανομένου και ενός τετράχρονου κοριτσιού ανάμεσα στα θύματα.

Και όμως εδώ που ζω, θα μπορούσαν να ήταν τα πράγματα όπως ήταν στην εποχή της δημαρχίας του Giuliani, όταν το έγκλημα εξαφανίστηκε και οι αριθμοί έπεσαν όπως ποτέ άλλοτε. Κάποιος ακούει και διαβάζει για τους καθημερινούς πυροβολισμούς και συγκρίνει τα στατιστικά με αυτά που είχαμε πριν από 40 χρόνια. Οι ληστείες κοντεύουν το 30%, τα μικροεγκλήματα το 66% και οι πυροβολισμοί το 166.1%. Οι δολοφονίες είναι 32% αυξημένες από το 2019. Αναρωτιέται κανείς το πότε, ο άχρηστος αυτός δήμαρχος θα κηρύξει το μέρος σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, όσο το μέρος αρχίζει να μετατρέπεται σε πολεμική ζώνη και μετά την κρίση της Covid-19 όλο και περισσότεροι Νεοϋορκέζοι θεωρούν ότι η πόλη είναι ακυβέρνητη και απρόσιτη για να μείνεις. Ακόμη, δύο από τους πολυάριθμους υποψηφίους που διεκδικούν τη δημαρχία διαφωνούσαν στις ομιλίες τους σχετικά με την «αχρήστευση» της αστυνομίας. Οι βίαιοι εγκληματίες δεν φοβούνται πλέον σύμφωνα με τον Pat Lynch, πρόεδρο της Αστυνομικής Ομοσπονδίας, και με τους νόμους περί εγγύησης να έχουν καταργηθεί, κρατούνται προσωρινά και μετά είναι ξανά ελεύθεροι να πυροβολήσουν και να ληστέψουν τον κόσμο. Οι Cuomo και de Blasio, αρχιτέκτονες των νέων αυτών νόμων, ξεδιάντροπα συνέχισαν τη δουλειά τους, η οποία εμφανίζεται στην τηλεόραση και ως επιτυχημένη.

Όλα ξεκίνησαν νομίζω, με την πνευματική και ηθική χρεοκοπία της «αφύπνισης», μια ιδέα που μεταφράζει το κακό ως καλό, το νόμιμο ως παράνομο και το άδικο ως δίκαιο. Μια ψευδής αντίληψη που βλέπει τους εγκληματίες ως καλούς και τους αστυνομικούς ως εγκληματίες κυριαρχεί, ειδικότερα μεταξύ των μειονοτήτων, οι οποίες μειονότητες αποτελούν πλέον την πλειοψηφία σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη, το Σικάγο, το Ντιτρόιτ και η Μινεάπολις. Ο ναρκισσισμός πλέον είναι τόσο αμερικανικός όσο και η μηλόπιτα, με τα media και το Hollywood να τον τροφοδοτούν και να κάνουν πλάτες στους βίαιους εγκληματίες όσο κατηγορούν την κοινωνία και τον λευκό φασισμό γι’ αυτή την κατάσταση. Κάθε μήνυμα που ακούει κάποιος σήμερα, είτε στις διαφημίσεις είτε από πολιτικούς, συνδέεται με το εγώ και το πόσο όμορφος και υπέροχος είναι ο καθένας από εμάς. Διαφημίσεις σε τηλεοπτικές σειρές δείχνουν παχύσαρκους ανθρώπους να λένε το πόσο όμορφα αισθάνονται με το σώμα τους όσο καταβροχθίζουν τεράστια χάμπουργκερ. Και ακόμη, ό, τι διαβάζει ή ακούει κάποιος σήμερα είναι ένα παράπονο: «Η ζωή έγινε ένα πεδίο μάχης. Τα πάντα, ειδικότερα η δουλειά, οδηγούν σε burnout. Η κυβέρνηση πρέπει να επέμβει και να σταματήσει τη σφαγή». Εάν κάποιος διαβάσει ή ακούσει τα διαδικτυακά παράπονα – που εγώ δεν το κάνω και δεν θα έκανα ακόμη κι αν ήξερα το πως- θα βρισκόταν αντιμέτωπος μόνο με την απόγνωση, την αδικία και τη θλίψη.

Διαβάζοντας τον Daniel McCarthy στην αμερικανική έκδοση του Spectator σε ένα κείμενο σχετικά με τον Sohrab Ahmari, με εντυπωσίασε η εισαγωγική αναφορά στους Αμερικανούς «της πνευματικής κληρονομιάς που την έχουν στερηθεί». Ξανά και ξανά, «οι Αμερικανοί έχουν στερηθεί την ηθική και πνευματική κληρονομιά τους από ένα ρηχό εκπαιδευτικό κατεστημένο». Η «αφύπνιση» δεν κυριαρχεί μόνο στον Τύπο, την τηλεόραση και το Hollywood αλλά και στην εκπαίδευση που έχει τη μεγαλύτερη επίδραση. Αλλά ξεφεύγω από το βασικό μου θέμα: η τωρινή δυστοπία που απέχει πολύ από την -κάποτε- διασκεδαστική Νέα Υόρκη. Πραγματοποιήθηκαν διαδηλώσεις την προηγούμενη εβδομάδα, με BLM και κατά της αστυνομίας, διαδηλωτές στην πλευρά των Παλαιστίνιων, λες και οι τελευταίοι δεν είχαν αρκετά προβλήματα με το να σφυροκοπούνται από τα ισραηλινά αεροπλάνα. Το Σάββατο, το πρωί, πήγα για τη γυμναστική μου στο Central Park και γυρνώντας σπίτι σταμάτησα για εφημερίδες. Στην 68η οδό μεταξύ του πάρκου και της Λέξινγκτον, ενός δρόμου που είναι μονόδρομος και πηγαίνει ανατολικά, ένας νεαρός μαύρος κακοποιός πήγαινε με μια μηχανή δυτικά με υψηλή ταχύτητα πάνω στο πεζοδρόμιο. Του φώναξα να κατέβει επειδή για μισό μέτρο δεν με πάτησε. Σταμάτησε και έδειξε το μαχαίρι που είχε στη ζώνη του. Δεν είμαι ήρωας αλλά έχω ψυχραιμία. Έτσι, προσποιήθηκα ότι είχα και εγώ κάτι στην πίσω τσέπη μου. Τότε, γκάζωσε και έφυγε. Είδα ένα αυτοκίνητο αστυνομίας στη γωνία του πάρκου και είπα στους αστυνομικούς τι συνέβη. Σχεδόν με κορόιδεψαν και μετά έφυγαν. Δεδομένου ότι ο δήμαρχος και ο επίτροπος της αστυνομίας διέλυσαν τις επιτυχημένες μονάδες κατά της εγκληματικότητας, η αστυνομία πλέον αρνείται να ασχοληθεί με οτιδήποτε άλλο εκτός από τα κραυγαλέα εγκλήματα.

Δεν τους κατηγορώ. Κάθε μαρτυρία εναντίον των αστυνομικών λαμβάνει το είδος της εμπιστοσύνης με αυτό που η Πριγκίπισσα Diana έδειξε στον Martin Bashir. Και η αστυνομία παραιτήθηκε από τα μικροεγκλήματα, σημείο αναφοράς της επιτυχίας του Giuliani κατά της εγκληματικότητας 40 χρόνια πριν. Οι ποδηλάτες που τρέχουν αντίθετα στους δρόμους και πάνω στα πεζοδρόμια είναι καθημερινό φαινόμενο και η αστυνομία αδιαφορεί πλήρως για τα παράπονα του κοινού. Και έτσι θα πρέπει να είναι. Το αφήγημα κατά της αστυνομίας που εκφράζεται από τα media και το BLM κίνημα κατάφερε να κάνει την αστυνομία να φανεί ως οι κακοί τύποι, ενώ αυτοί που καταπατούν τους νόμους ως οι καλοί. Βλέπετε τι εννοώ όταν λέω τι είδους «αφύπνιση» έχει κυριαρχήσει; Και κανείς δεν είναι πιο «αφυπνισμένος» από τους ανθρώπους των media. Αυτό που ο Bashir έκανε στη Diana, το σινάφι του, η πλειονότητα των δημοσιογράφων κάνει στους υπόλοιπους από εμάς. Πολύ σύντομα πάω στο Λονδίνο και δεν θα μου λείψει καθόλου η Νέα Υόρκη.

Opinions