The Making of Jaws | You’re gonna need a bigger boat

Από τον Ιούνιο του 1975 και μετά, το κολύμπι στη θάλασσα δεν ήταν πια τόσο ανέμελο. Αιτία; Η ταινία «Τα σαγόνια του καρχαρία» του Steven Spielberg. Σαράντα πέντε χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, κατέχει υψηλή θέση στη λίστα με τις πιο τρομακτικές ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου. Ήταν η πρώτη που ξεπέρασε σε έσοδα τα 100 εκατομμύρια δολάρια στο box office. Έτσι γεννήθηκε το καλοκαιρινό blockbuster. Όμως, μια τεράστια επιτυχία πάντα κρύβει στα παρασκήνιά της ορισμένα ιδιαίτερα ενδιαφέροντα γεγονότα.

Μέσα καλοκαιριού, λίγο πριν από το ξημέρωμα. Μια ομάδα φοιτητών διασκεδάζει δίπλα στη φωτιά κοντά σε μια παραλία. Κάποια στιγμή μια γυναίκα απομακρύνεται και ένας άνδρας την ακολουθεί. Τρέχει και πετώντας τα ρούχα της βουτάει στο νερό. Εκείνος προσπαθεί να τη φτάσει, αλλά πέφτει στην άμμο κουρασμένος. Εκείνη κολυμπά προς μια μεταλλική σημαδούρα, ενώ στο βάθος ο ορίζοντας αρχίζει να χαράζει. Ο ελαφρύς κυματισμός κάνει τη σημαδούρα να χτυπά. Παρακολουθούμε τη γυναίκα από τον βυθό προς τα πάνω. Η κάμερα πλησιάζει τα πόδια της. Η εικόνα συνοδεύεται από κοφτές, απότομες μουσικές νότες με καταιγιστικό τέμπο. Και ξαφνικά ακούγεται το πρώτο ουρλιαχτό… Έτσι ξεκίνησε ο μύθος…

Οι τρεις πρωταγωνιστές της ταινίας.

Στα γυρίσματα αυτής της πρώτης –σοκαριστικής– σκηνής της επίθεσης του καρχαρία υπήρχαν δύο βάρη αρκετών κιλών που συνδέονταν με την ηθοποιό Susan Backlinie, τα οποία τραβούσαν δύο ομάδες από την ακτή. Η μία δεξιά και η άλλη αριστερά. Χρειάστηκαν τρεις ημέρες για να κινηματογραφηθεί η συγκεκριμένη σκηνή. Η Backlinie δεν ενημερώθηκε ποτέ για την ακριβή έναρξη του γυρίσματος, με αποτέλεσμα η έκπληξή της στην οθόνη να είναι αυθεντική. Για να δημιουργηθεί ο ήχος του πνιγμού, κατά τη διάρκεια της τελικής επεξεργασίας του φιλμ η Susan τοποθετήθηκε μπροστά από ένα μικρόφωνο με το κεφάλι προς τα πίσω, ενώ νερό έπεφτε από ψηλά στον λαιμό της.

Ο “μηχανικός” καρχαρίας σε σκηνή από τα γυρίσματα της ταινίας.

Όταν κατασκευάστηκε ο μηχανικός καρχαρίας, δεν δοκιμάστηκε ποτέ. Όταν μπήκε στο νερό, βυθίστηκε κατευθείαν στον πυθμένα του ωκεανού. Χρειάστηκε μια ομάδα δυτών για να τον ανασύρει. Κατασκευάστηκαν τρεις μηχανικοί «Bruce» (από το όνομα του δικηγόρου του Spielberg), ο καθένας με εξειδικευμένες λειτουργίες. Ο ένας ήταν ανοιχτός στη δεξιά πλευρά, ο άλλος στην αριστερή και ο τρίτος ήταν πλήρως καλυμμένος. Κάθε «καρχαρίας» κόστιζε περίπου 250.000 δολάρια. Το Martha’s Vineyard στη Μασαχουσέτη χρησιμοποιήθηκε ως το νησί Amity τυχαία, αντί του νησιού Nantucket, λόγω του άστατου καιρού που επικρατούσε στο δεύτερο. Αλλά κυρίως επειδή, ακόμη και στα δώδεκα μίλια από την ακτή, ο αμμώδης πυθμένας ήταν μόλις τριάντα πόδια βάθος, επιτρέποντας στον μηχανικό καρχαρία να λειτουργήσει. Οι κάτοικοι αμείφθηκαν με 64 δολάρια για να ουρλιάξουν και να τρέξουν σε όλη την παραλία.

Ο σκηνοθέτης Steven Spielberg γύρισε περίπου το 25% της ταινίας από τη στάθμη της θάλασσας, για να δώσει στους θεατές την προοπτική, σαν να βρίσκονταν οι ίδιοι στο νερό. Για το γύρισμα της πιο τρομακτικής –για πολλούς– σκηνής της ταινίας, στην οποία από την τρύπα στον πάτο της βάρκας του Ben Gardner, που έχει βουλιάξει, εμφανίζεται ένα κομμένο ανθρώπινο κεφάλι, ο σκηνοθέτης χρησιμοποίησε την οικιακή πισίνα της συνεργάτιδάς του Verna Fields. Επιπλέον, επιστράτευσε ένα ψεύτικο καραβάκι και μια μεγάλη ποσότητα από γάλα που ρίχτηκε στα νερά της πισίνας, για να της δώσει ένα πιο φωτογενές χρώμα.

Ο Roy Scheider και ο Richard Dreyfuss κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της πιο τρομακτικής σκηνής της ταινίας.

Ο Spielberg παρατήρησε στην αρχική δοκιμαστική προβολή ότι η πρώτη εμφάνιση του καρχαρία πήρε τη μεγαλύτερη κραυγή τρόμου από το κοινό. Ωστόσο, αφού γύρισε εκ νέου τη σκηνή στο σκάφος του Ben Gardner, η ξαφνική εμφάνιση του κομμένου κεφαλιού του πήρε τη μεγαλύτερη κραυγή, ενώ η εμφάνιση του καρχαρία έλαβε τη μισή σε ένταση αντίδραση. Ο σκηνοθέτης είπε ότι το γεγονός αυτό του δίδαξε ότι μια ταινία μπορεί να έχει μόνο μία κορυφαία στιγμή τρόμου, γιατί διαφορετικά το κοινό θα είναι σε επιφυλακή σε όλη τη διάρκεια της ταινίας. Ο Robert Shaw ήταν απρόθυμος να αναλάβει τον ρόλο του Quint, διότι δεν του άρεσε το βιβλίο, αλλά αποφάσισε να δεχτεί, με την παρότρυνση τόσο της συζύγου του, ηθοποιού Mary Ure, όσο και της γραμματέα του. «Την τελευταία φορά που ήταν τόσο ενθουσιώδεις ήταν για το “Από τη Ρωσία με αγάπη” του 1963», ανέφερε ο ίδιος. Αν και έχαιρε σεβασμού ως ηθοποιός, το πρόβλημα του Shaw με το αλκοόλ ήταν συχνή αιτία έντασης κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Σε μετέπειτα συνεντεύξεις του, ο Roy Scheider τον περιέγραφε ως «τέλειο τζέντλεμαν όποτε ήταν νηφάλιος. Το μόνο που χρειαζόταν ήταν ένα ποτό για να μετατραπεί σε έναν ανταγωνιστικό σκύλας γιο».

Σύμφωνα με το βιβλίο του Carl Gottlieb «The Jaws Log», ο Shaw έπινε ένα ποτό μεταξύ των λήψεων και σε ένα σημείο είπε: «Μακάρι να μπορούσα να σταματήσω να πίνω». Προς μεγάλη έκπληξη και τρόμο του πληρώματος, ο Richard Dreyfuss απλώς άρπαξε το ποτήρι του Shaw και το πέταξε στον ωκεανό. Όταν ήρθε η ώρα να γυρίσει την περίφημη σκηνή του USS Indianapolis, ο Shaw προσπάθησε να κάνει τον μονόλογο ενώ ήταν μεθυσμένος. Τίποτα από τη λήψη δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί. Αργά εκείνο το βράδυ, ένας μετανοημένος Shaw κάλεσε τον Spielberg και ρώτησε αν θα μπορούσε να κάνει άλλη μία προσπάθεια. Την επόμενη μέρα των γυρισμάτων, η γεμάτη ηλεκτρισμό παράσταση του Shaw έγινε με μόνο μία λήψη.

Όταν ο συνθέτης John Williams έπαιξε αρχικά το μουσικό θέμα για τον Spielberg, ο σκηνοθέτης γέλασε και είπε: «Αυτό είναι αστείο, John, αλλά τι πραγματικά έχεις στο μυαλό σου για τη μουσική της ταινίας;». Ο ίδιος δήλωσε αργότερα ότι χωρίς το θέμα του Williams η ταινία θα είχε μόνο τη μισή επιτυχία. Σύμφωνα με τον Williams, απογείωσε την καριέρα του. Η μουσική του για το «Jaws» κατατάχθηκε στο νούμερο 6 από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, στη λίστα των 25 Greatest Film Scores.

Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ «Making of Steven Spielberg “Jaws”» (1995), το πεφταστέρι που εμφανίζεται κατά τη διάρκεια της νυχτερινής σκηνής όπου ο Brody (Roy Scheider) γεμίζει το περίστροφό του ήταν πραγματικό και όχι οπτικό εφέ. Η ταινία βασίστηκε στο βιβλίο «Jaws», ένα μυθιστόρημα του 1974, γραμμένο από τον Αμερικανό συγγραφέα Peter Benchley. Αφηγείται την ιστορία ενός μεγάλου λευκού καρχαρία που θηρεύει σε μια μικρή παραθεριστική πόλη και το ταξίδι τριών ανδρών που προσπαθούν να τον εξοντώσουν. Το εμπνεύστηκε από μια σειρά επιθέσεων καρχαριών που σημειώθηκαν στα ανοιχτά των ακτών του New Jersey το 1916 και από ένα περιστατικό κατά το οποίο ένας ψαράς από τη Νέα Υόρκη ονόματι Frank Mundus έπιασε έναν καρχαρία 4.500 λιβρών στα παράλια του Montauk, το 1964. Το «Jaws» προβλήθηκε στις 20 Ιουνίου 1975 αντί για τα Χριστούγεννα του 1974. Το καλοκαίρι παραδοσιακά προβάλλονταν οι «δεύτερες» ταινίες, καθώς οι Αμερικανοί συνήθως απολάμβαναν την εξοχή. Αλλά η ταινία ήταν τόσο καλή, ώστε οι παραθεριστές συνέρρευσαν για να τη δουν. Η εμπορική της επιτυχία ήταν τεράστια. Οι εισπράξεις της στο αμερικανικό box office ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια δολάρια, μένοντας στην ιστορία ως η πρώτη ταινία που έσπασε το φράγμα αυτό. Τότε γεννήθηκε το καλοκαιρινό blockbuster. Μέχρι σήμερα οι εισπράξεις της, σε παγκόσμιο επίπεδο, προσεγγίζουν το ποσό των 500 εκατομμυρίων δολαρίων.

Ο Roy Scheider σε μία από τις τελευταίες σκηνές της ταινίας.

Ο τρόμος και η υστερία που προήλθαν μετά την κυκλοφορία της δεν ήταν κάποιο διαφημιστικό κόλπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το γεγονός ότι μια μεγάλη παραλία στη νότια Καλιφόρνια εκκενώθηκε λόγω φόβου ύπαρξης καρχαριών. Τελικά, ήταν δελφίνια. Η εμβληματική αφίσα της ταινίας, έργο του καλλιτέχνη Roger Kastel, δεν φιλοτεχνήθηκε για το ίδιο το φιλμ, αλλά για το μυθιστόρημα στο οποίο βασίστηκε. Μία από τις διάσημες ατάκες της ταινίας ειπώθηκε από τον Roy Scheider. Ήταν η κλασική πλέον «Θα χρειαστείς ένα μεγαλύτερο σκάφος…» στη σκηνή όπου πρωτοεμφανίζεται ο καρχαρίας. Η ατάκα δεν υπήρχε στο σενάριο και ήταν αποτέλεσμα αυτοσχεδιασμού του ίδιου του Scheider.

Popular
Recent
Entertainment