“Hello… I’m Johnny Cash.”

Born on this day!

Επάνω στη σκηνή άρπαζε το μικρόφωνο και με αυτή την φράση άνοιγε τις συναυλίες του, με την μορφή του να γιγαντώνεται στα μάτια εκείνων που αναζητούσαν στις νότες και στην φωνή του Cash, την διαμαρτυρία, εκείνη που αναζητάς συνήθως σε καλλιτέχνες και σε μορφές τέχνης που σε απελευθερώνουν. Ακολουθούσαν οι πρώτοι στίχοι του «Folsom Prison Blues»…I hear the train a comin’, It’s rolling round the bend….ένα από τα πιο χαρακτηριστικά κομμάτια του, το οποίο έπαιξε για πρώτη φορά στην φυλακή Folsom, το 1955. Άλλωστε ένα από τα πιο δυναμικά κοινά του ήταν εκείνα των κρατουμένων, έχοντας κάνει πλήθος live εμφανίσεων.

Η μουσική του γνωστή για το απλό ύφος της, επικεντρωνόταν σε κοινωνικά ζητήματα πολιτικού συχνά περιεχομένου, και ήταν ευρέως διαδεδομένη στις κατώτερες κοινωνικές τάξεις. Επαναστατική φιγούρα ντυμένος συνήθως στα μαύρα, έγινε γνωστός ως «Man in Black”. Τραγουδιστής, κιθαρίστας, τραγουδοποιός, συγγραφέας και ηθοποιός, οι τίτλοι του αμερικανού μουσικού Τζόνι Κας δεν λείπουν. Ανέμειξε με καινοτόμο τρόπο διαφορετικά είδη μουσικής, όπως κάντρι, ροκ, μπλουζ και γκόσπελ, για να χαρίσει στις ΗΠΑ αρχικά και κατόπιν στον κόσμο ολόκληρο μελωδίες που δεν είχαν ξανακουστεί ποτέ στο πεντάγραμμο.

Ο Johnny Cash ή J.R. Cash, μεγαλώνοντας σε ένα σπίτι φτωχικό, κατάλαβε από νωρίς τον μόχθο των χαμηλών κοινωνικών τάξεων και τον μετέφερε αργότερα στα τραγούδια του. Ένας ακατέργαστος σταρ, γεννήθηκε στο Κίνγκσλαντ, στο Αρκάνσας, στις 26 Φεβρουαρίου 1932, και μεγάλωσε με τα υπόλοιπα έξι αδέρφια του βοηθώντας στις γεωργικές εργασίες των νοικιασμένων βαμβακοχωραφιών της οικογένειας. Σε μικρή ηλικία, ένας από τους αγαπημένους του ήρωες ήταν ο Φράνκενστάιν καθώς πίστευε πως ήταν ένα συνονθύλευμα από ελαττώματα, που όμως είχε καλή καρδιά. Ίσως ένιωθε από εκείνη την ηλικία πως και ο ίδιος αποτελούσε ένα κράμα από αδυναμίες, εθισμούς και εσωτερικές μάχες που θα τον έσπρωχναν τα επόμενα χρόνια στο αλκοόλ και τις ουσίες, σε έναν ασυνείδητο – ή συνειδητό- αγώνα αυτοκαταστροφής.

Όταν σε ηλικία 12 ετών έπιασε στα χέρια του για πρώτη φορά την κιθάρα του, μαγεύτηκε και η μητέρα του, που από νωρίς αντιλήφθηκε το ταλέντο του, μαζεύοντας κρυφά χρήματα, τον έστειλε να σπουδάσει σε ένα ωδείο προκειμένου να παρακολουθήσει μαθήματα τραγουδιού, ενώ ήδη από την ηλικία αυτή έγραφε τραγούδια επηρεασμένος από την κάντρι μουσική που άκουγε στο ράδιο. Τα αρχικά σχέδια του Cash ήταν να γίνει ιερωμένος, εντούτοις μετά από τον απρόβλεπτο θάνατο του αδερφού του Τζακ σε ηλικία 14 χρόνων το 1944, μετά από ένα εργατικό ατύχημα, αλλάζει για πάντα την κοσμοθεωρία του.

Με την αποφοίτησή του το 1950, εγκαταλείπει την πατρίδα του και πιάνει δουλειά στην αυτοκινητοβιομηχανία Πόντιακ στο Μίσιγκαν, όπου τελικά μέσα σε έναν μήνα τα παρατάει. Με την έναρξη του πολέμου της Κορέας, κατατάσσεται στην αεροπορία. Στα τέσσερα χρόνια παραμονής του στην αμερικανική βάση, στην τότε Δυτική Γερμανία, εκπαιδέυτηκε στις ραδιοφωνικές υποκλοπές σοβιετικών μηνυμάτων. Εκεί δημιουργεί και το πρώτο του γκρουπάκι, τους The Landsberg Barbarians και πριν φύγει το 1954, γνωρίζει την 17 χρονη Βίβιαν Λιμπέρτο, την οποία τελικά παντρεύεται έναν χρόνο αργότερα, ένας γάμος που τελικά έληξε άδοξα.

Μετά την στρατιωτική του θητεία, ξεκίνησε την μουσική του καριέρα. Ξεκίνησε τις εμφανίσεις του με τους Tennessee Two (μετέπειτα Tennessee Three), και εμφανίσεις στην επαρχία σε ετήσιες γιορτές και σε τοπικές εκδηλώσεις, που σταδιακά οδήγησαν σε οντισιόν με τον Sam Phillips της Sun Records, όπου τελικά υπέγραψαν το 1955. Στην αρχή ο Cash παρουσιάστηκε ως ένας γκόσπελ τραγουδιστής, αλλά ο Phillips τον απέρριψε, ζητώντας του να επανέλθει με κάτι πιο εμπορικό, και τελικά ο Cash επέστρεψε με τα κομμάτια “Cry Cry Cry” και “Hey Porter”, με τα οποία έκανε το ντεμπούτο του στην δισκογραφική. Ακολούθησαν πλήθος από επιτυχίες, όπως το“Folsom Prison Blues”, τα οποία σκαρφάλωσαν στις κορυφαίες θέσεις και κατέκτησαν την προσοχή του κόσμου, εξασφαλίζοντάς του τη θέση σαν έναν από τους μεγαλύτερους και σπουδαιότερους εκπροσώπους του είδους, κατά την διάρκεια των δεκαετιών του ’50 και του ’60, στο είδος της κάντρι και western μουσικής.

Οι τεράστιες επιτυχίες του σε συνδυασμό με τις υπεράνθρωπες απαιτήσεις στις οποίες έπρεπε να ανταπεξέλθει, με πάνω από 300 συναυλίες τον χρόνο, τον οδήγησαν σταδιακά στο να λαμβάνει αμφεταμίνες προκειμένου να μπορέσει να ανταποκριθεί. Σταδιακά μέχρι το 1961, ο εθισμός του στις ουσίες τον οδήγησε στο να μειωθεί δραματικά η δημοφιλία του και κατ’ επέκταση οι πωλήσεις στους δίσκους του. Το 1963 μετακόμισε τελικά στην Νέα Υόρκη, αφήνοντας πίσω την οικογένειά του και αρχίζοντας να έχει σοβαρά προβλήματα με τον νόμο, με αποκορύφωμα το 1965, όπου οδηγώντας στο δάσος του Λος Πάδρας μαζί με τον ανηψιό του Ντέιμον Φίλντερ, έχοντας πιεί μεγάλες ποσότητες από αλκοόλ, έχασε τον έλεγχο του αυτοκινήτου και τελικά προκάλεσε μεγάλη φωτιά στο δάσος, δηλώνοντας αργότερα στο δικαστήριο «δεν με ενδιαφέρει για τις καρακάξες σας».

Το 1968 ο Cash παντρεύεται τη June Carter και συνεχίζει να δισκογραφεί τακτικά, ενώ η αναγέννηση της καριέρας του ήρθε στη δεκαετία του 90 και την American recordings του Rick Rubin. Στη σειρά της American Recordings κυκλοφόρησαν συνολικά 6 δίσκοι (οι 2 τελευταίοι βγήκαν μετά θάνατον) που ως επί το πλείστον αποτελούταν από διασκευές σε ονόματα όπως Depeche Mode, Sting, Tom Petty, U2 και λοιπών άλλων μεταγενέστερων καλλιτεχνών δείχνοντας έτσι τον θαυμασμό του σε αυτούς. Δημοφιλέστερη απ΄όλες τις διασκευές παραμένει το “Hurt” των Nine Inch Nails σε σημείο που ακόμη και ο ίδιος ο Reznor παραδέχεται την διασκευή ως ανώτερη.

Πνευματικός πατέρας της μουσικής μας κουλτούρας, άφησε πίσω του στίχους και μελωδίες γεμάτες ζωή και γεμάτες ιστορίες που λένε ξανά και ξανά σε κάθε επόμενη γενιά. Η οσκαρική ταινία “Walk the line” του 2005, αποτελεί μια πολύ καλή επιλογή για όποιον θέλει να γνωρίσει τον Cash λίγο καλύτερα, στην οποία για να τον ενσαρκώσει ο Χοακίν Φοίνιξ πήρε την άδεια από τον ίδιο τον καλλιτέχνη.

Photo Credit: Getty Images | Ideal Image

Popular
Recent
About Men