Live with style @Home | Better Call Saul

του Χρήστου Ζαμπούνη

Όταν ένας εθισμένος με τις τηλεοπτικές σειρές φίλος μού συνέστησε να δω το «Breaking Bad», ουδόλως θα φανταζόμουν ότι μετά από την ταχύτατη θέαση των 5 σαιζόν θα είχα στερητικό σύνδρομο. Είναι ο ίδιος φίλος που, αφού τον ευχαρίστησα για την σύσταση, μου πρότεινε το «Better Call Saul». Όταν τον ερώτησα περί τίνος πρόκειται, μου απήντησε με δύο άγνωστες λέξεις: spin-off και prequel, ο εστί μεθερμηνευόμενον, ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα το οποίο εμπνέεται από ένα προηγούμενο.

Με αδημονία το ανεζήτησα στο Netflix, ελπίζοντας να ξαναβρώ τον αγαπημένο μου ήρωα, τον Walter White, έναν καθηγητή Χημείας που μετατρέπεται σε «μάγειρα» ναρκωτικών, αλλά –ω της εκπλήξεως!– ήταν ένας δευτερεύων ήρως της πρώτης σειράς που πρωταγωνιστούσε στην δεύτερη. Ο Saul Goodman, ο δαιμόνιος δικηγόρος του «Breaking Bad», επιστρέφει στα αρχικά του βήματα, τότε που ακόμη ακροβατούσε ανάμεσα στην νομιμότητα και την εγκληματικότητα.

Στα πρώτα, κιόλας, λεπτά του πρώτου επεισοδίου, τον βλέπουμε άσημο και αγχωμένο να αγορεύει στην αίθουσα του δικαστηρίου, και απευθυνόμενος στους ενόρκους να εκφέρει το εξής επιχείρημα προς υπεράσπισιν των τριών 19χρονων που κατηγορούνται ότι είχαν κάνει σεξ με ένα πτώμα: «Μα, όλοι στην ηλικία τους κάναμε τρέλες». Η εξέλιξις της υποθέσεως θα είναι μία κατάδυση στα μύχια της ανθρώπινης ψυχής, ιδίως στην σκοτεινή της πλευρά. Ένα ενδιαφέρον, επίσης, στοιχείο, που αποτελεί το leitmotiv αρκετών κινηματογραφικών και τηλεοπτικών προϊόντων, είναι η αποστασιοποίησις από την ελίτ όπως εκφράζεται από τον αδελφό του Saul, τον Chuck. Ο δημιουργός των δύο προαναφερομένων σειρών, ο Vince Gilligan, αφουγκράζεται τα σημάδια των καιρών και εξυφαίνει ιστορίες με αντισυστημικούς ήρωες, γνωρίζοντας ότι το κοινό θα ταυτισθεί μαζί τους. Είναι το ίδιο κοινό που ψήφισε στις προηγούμενες αμερικανικές εκλογές τον Ντόναλντ Τραμπ, εκφράζοντας την αντίθεσή του με το εκεί κατεστημένο.

Popular
Recent
Entertainment