The Influencers | David Bailey

της Κέλλυς Σταυροπούλου

Δεν έχω στο μυαλό μου τον David Bailey ως φωτογράφο, αλλά ως σταρ. Αν και δεν νομίζω ότι ήθελε ποτέ ο ίδιος να είναι σταρ, απλώς έτσι προέκυψε. Μάλλον ήταν αναπόφευκτο. Δεν μπορώ να σκεφτώ πολλούς ανθρώπους που θα φωτογράφιζαν τους μεγαλύτερους μύθους της εκάστοτε εποχής φορώντας τσαλακωμένο, στραβοκουμπωμένο πουκάμισο και φαρδύ τζιν. Ούτε κάποιον άλλον φωτογράφο τόσο έτοιμο να κολακέψει, να φλερτάρει, να θυμώσει, να προσβάλει, να χορέψει με το «μοντέλο» του προκειμένου να πάρει τη λήψη που θέλει. Είναι μια αδιανόητη, ανυπέρβλητη δύναμη. Είναι ο David Bailey.

Ήταν ο πρώτος φωτογράφος στη Βρετανία, αν θεωρήσουμε ότι ακολούθησαν κι άλλοι, που έγινε περισσότερο αναγνωρίσιμος και δημοφιλής από τους ροκ σταρ, τα μοντέλα και τα είδωλα του σινεμά που φωτογράφισε. Ενδεικτικά, ο Ιταλός σκηνοθέτης Michelangelo Antonioni δημιούργησε μια ταινία βασισμένη στη ζωή και στον μύθο του. Αν και ο ίδιος ποτέ δεν ενέκρινε την επιλογή του ηθοποιού David Hemmings που τον υποδύθηκε στην εν λόγω ταινία, το «Blow-Up». Στην πρώτη του δουλειά στη Νέα Υόρκη, ήταν ακόμη 24 χρονών, αρχές δεκαετίας ’60, εκπροσωπώντας τη Vogue, αδιαφόρησε για το «πρωτόκολλο» και πήγε να φωτογραφίσει στο ξενοδοχείο St. Regis, φορώντας ένα μαύρο δερμάτινο jacket. Τότε άρχιζε να βάζει τα αισθητικά του όρια και να κάνει σαφές αυτό που πραγματικά είναι.

Ο Bailey, όποτε έκανε φωτογραφίσεις μόδας, τους προσέδιδε μια ατρόμητη αίσθηση, ένα φυσικό «I don’t care» ύφος. Σήμερα, παρατηρώντας τα εμβληματικά editorials του, όλοι μνημονεύουν ότι, όταν φωτογράφιζε ο Bailey, το πιο εντυπωσιακό θέμα στο δωμάτιο δεν ήταν τα ρούχα, ούτε τα μοντέλα, ήταν πάντα αυτός ο άνδρας που κρατούσε την κάμερα. Ανήκει σε μια γενιά φωτογράφων –ο ίδιος θέλει να το λέμε έτσι, δηλαδή να μπαίνει σε κάποιου είδους κίνημα, να μη σηκώνει μόνος αυτό το βάρος ή την τιμή– που άλλαξαν ανεπιστρεπτί το look & feel της φωτογραφίας, είτε μιλάμε για πορτρέτα είτε για editorials μόδας.

Είναι ο φωτογράφος στου οποίου τη δουλειά, αν ρίξεις μια γρήγορη ματιά, έχεις σαφή εικόνα για την εμβληματική εποχή που εκπροσωπεί, κατά την οποία καταρρίφθηκαν οι συμβάσεις και τα κλισέ. Μέχρι τότε η προσέγγιση των μεγαλύτερων τίτλων περιοδικών που συνεργάζονταν με τα καλύτερα μοντέλα του κόσμου παρέμενε «όμορφη», καθωσπρέπει, αναμενόμενη, δήθεν και με έναν τρόπο μεσοαστική. Για τον Bailey ήταν αδύνατον να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο.

Το εξηγεί πολύ καλά ο ίδιος: «Οι άνθρωποι που φωτογράφιζα για τη Vogue ή το Harper’s ήταν όλων των ειδών: gay, straight, εργατική τάξη, σταρ, posh. Τότε συνειδητοποίησα ότι είχα πολλά να μάθω από τον καθέναν τους και ότι το σημαντικό για να βγάλω μια καλή εικόνα ήταν να αλληλεπιδρώ μαζί τους και όχι να σκέφτομαι τι είδους φωτογραφία θέλω να βγάλω και τι concept θα ακολουθήσω. Γι’ αυτό και στην πραγματικότητα ποτέ δεν ήθελα να είμαι φωτογράφος μόδας – το έκανα γιατί πόσες φορές να πεις όχι όταν σου ζητάνε να φωτογραφίζεις όλη μέρα όμορφες γυναίκες που φοράνε κάλτσες μέχρι το γόνατο; Όμως, το ενδιαφέρον μου δεν ήταν ποτέ στο πώς να πουλήσω κάλτσες, αλλά τον άνθρωπο που τις φορούσε.

Photo Credit: Getty Images | Ideal Image

Popular
Recent
About Men